Στην χωματερή των στερεοποιημένων ενοχών, των ανεκπλήρωτων ευχών και των προδομένων παιδικών ονείρων ανακαλύπτεις τυχαία κάτι τόσο αμόλυντο, που σε τυφλώνει με το φως του.
Kάνεις ένα τρομαγμένο βήμα πίσω, το περιεργάζεσαι από ασφαλή απόσταση. Μοίαζει με μικρογραφία αστεριού. Ένας μετεωρίτης στο μέγεθος της παλάμης σου, ο οποίος κατάφερε να διασχίσει όλα τα στρώματα της ατμόσφαιρας χωρίς να χάσει τη λάμψη του.
Ύστερα πλησιάζεις, απλώνεις διστακτικά το χέρι σου, τολμάς να το αγγίξεις με τα ακροδάκτυλα σου. Σε καίει. Ο πόνος είναι γλυκός, εθιστικός, σε υπερβαίνει και σε αφήνει διψασμένο.
Συνειδητοποιείς ξαφνικά πως ότι νόμιζες οριστικά χαμένο είχε απλώς θαφτεί κάτω από τους σωρούς φόβων και απογοητεύσεων, που ξεφόρτωναν τόσα χρόνια τα φορτηγά.
Ρωτάς από πού πηγάζει αυτή η πρωτόγνωρη ακλόνητη βεβαιότητα και πώς βρίσκει τη δύναμη να αψηφά τις επίμονες απόπειρες της αμφισβήτησης να τη δαμάσει.
Κάπου κάπου σε πανικοβάλλουν οι πιο αδιόρατες αναταράξεις. Αντιμετωπίζεις τα αμελητέα παραπτώματα σου ως μοιραία σφάλματα, σπεύδεις να καταδικάσεις τον εαυτό σου και αναμένεις τη δίκαιη τιμωρία.
Αλλά η μόνη ποινή που σου επιβάλλεται είναι να ξαναμάθεις την ξεχασμένη διάλεκτο των θετικών συναισθημάτων.
Ακόμα φοβάσαι. Ακόμα θυμάσαι. Σκέφτεσαι πως μπορεί να είναι όλα ένα δημιούργημα της κουρασμένης φαντασίας σου. Αναρωτιέσαι αν θα ξυπνήσεις. Και πώς. Και πότε.
Στο βάθος, όμως, αδιαφορείς για τις απαντήσεις. Αφήνεσαι, ωθούμενος από κάποια ωμή, ακατέργαστη παρόρμηση, να κατρακυλήσεις στους καυτούς αμμόλοφους. Ο κυνισμός σου εξατμίζεται σαν νερό κάτω από τον ήλιο της ερήμου.
Κι όταν η ζέστη σε εξαντλεί, αναζητάς τη γαλήνη στις μυστικές δροσερές οάσεις. Κι ούτε που έχει πια σημασία αν είναι πραγματικές ή αντικατοπτρισμοί: σε αυτόν τον πλανήτη, τα πάντα είναι αληθινά, αρκεί να τα πιστεύουμε.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment