Monday, 5 August 2013

Υπερσιβηρικός

Καθώς το τρένο διέσχιζε τη στέπα, πιάσαμε πάλι την κουβέντα της ελευθερίας.

«Κάποτε σκέφτομαι πως ίσως τελικά αυτή η ανάγκη ώθησε τους ανθρώπους να χτίσουν τον παράδεισο. Αλλοτε σκέφτομαι πως είναι η λαχτάρα του θανάτου», απήγγειλες, ανασύροντας από τη μνήμη σου στίχους κάποιου εφηβικού ποιήματος.

«Δημιουργήσαμε τον παράδεισο για να μη μας τρομάζει ο θάνατος», συμφώνησε η σκιά σου. «Τον πλάσαμε τόσο ιδανικό, που η ζωή άρχισε να μας φαίνεται ανυπόφορη στη σύγκριση.

«Από τότε αυτοκτονούμε ένας ένας, πέφτουμε από ουρανοξύστες, γευόμαστε με ενθουσιασμό το δηλητήριο, πιέζουμε ανυπόμονα τη σκανδάλη...

«Οταν μας βρίσκουν, το πρωί, σκουπίζουν απ’ το πάτωμα χιλιάδες βαθυκόκκινες κηλίδες ανατιναγμένου παραδείσου».

Είπαμε κι άλλα πολλά στο μισοσκότεινο δωμάτιο, ενώ μετρούσαμε τ’ αστέρια, που έπεφταν απ’ το ταβάνι. Όταν μας τέλειωσαν οι ευχές, ευχόμασταν μόνο να σταματήσουν να πέφτουν, να πάψουν επιτέλους να μας υπενθυμίζουν ότι δεν είχαμε πια τίποτα να περιμένουμε.

Κοιμηθήκαμε αγκαλιασμένοι. Κάποια στιγμή θα πρέπει να μας αποσυναρμολόγισαν για τη μετακόμιση. Ανάμεσα στα δάχτυλα μας είχαν φυτρώσει μαργαρίτες.

Κάπου μακριά, το τρένο ακόμα διέσχιζε τη στέπα.

No comments: