Τετριμμένες εικόνες- σύννεφα στα χρώματα της δύσης, η αντανάκλαση της πανσελήνου στη θάλασσα- σε κομματιάζουν με την απρόσιτη ομορφιά τους. Ακούς μέσα σου κάτι να σπάει. Αναρωτιέσαι αν έχει διασωθεί κάποιο ξεχασμένο υπόλειμμα καρδιάς.
Είναι δυνατόν; Δεν είχε γίνει σκόνη την εποχή των παγετώνων; Δεν είχε λιώσει από τη λάβα των δακρύων; Δεν είχε ανατιναχθεί από έρωτα και τρόμο όταν ακόμα πίστευες στα παραμύθια;
Δεν είχε γλιστρήσει από το χέρι σου στον υπόνομο όταν προσπάθησες να την προσφέρεις σε έναν άγνωστο με σφιγμένα χείλη;- Όχι. Όχι ευχαριστώ, είχε απαντήσει, ευγενικά κι αμείλικτα.
Για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους: Ποιά η χρησιμότητα μιας καρδιάς στις μέρες μας; Δεν μπορείς να τη μετατρέψεις σε ράβδους χρυσού, ούτε να την ανταλλάξεις με ένα απαστράπτον γρήγορο αυτοκίνητο.
Κανένας δεν θέλει να τη φορτωθεί- η αποδοχή μίας καρδιάς ισοδυναμεί με μία σιωπηλή δέσμευση, μιά υπόσχεση ανταλλάγματος, μιά αόρατη θηλιά στο λαιμό σου.
Η επιστήμη, εξάλλου, έχει προ πολλού αποδείξει πως δεν πρόκειται παρά για μια σάρκινη αντλία αίματος. Ως τέτοια, τα καταφέρνει αρκετά καλά στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων.
Κι ο πόνος; Ο πόνος, φτωχέ συνοδοιπόρε με τις παρωχημένες αντιλήψεις, είναι απλούστατα μια από τις ταινίες, που λατρεύει να προβάλλει στο εσωτερικό των βλεφάρων σου αυτός ο άθλιος σαμποτέρ, ο εγκέφαλος.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment