«Aνήκω σε εκείνη την κατηγορία ανθρώπων που, όταν βλέπουν μπροστά τους το προειδοποιητικό σήμα για αδιέξοδο, συνεχίζουν ευθεία, ίσως πατώντας μια ιδέα περισσότερο το γκάζι.» Κάπως έτσι άρχιζε το γράμμα.
«Πιο πολύ λατρεύω τα δευτερόλεπτα λίγο πριν τη σύγκρουση, όταν δεν μπορώ να απαλλαγώ από την παράλογη, αλλά εξαιρετικά επίμονη σκέψη πως αυτή τη φορά μπορεί επιτέλους να καταφέρω να περάσω μέσα από τον τοίχο, αλώβητος.
«Αυτό που απεχθάνομαι είναι οι τελείες. Από τα σημεία στίξης προτιμώ τα ερωτηματικά, κι όταν καμιά φορά το χέρι μου σχηματίζει αφηρημένα μια κουκκίδα στο τέλος κάποιας πρότασης, αμέσως προσθέτω άλλες δύο. Με αυτές τις μικρές αποσιωπήσεις τρέφονται τα φαντάσματα, που με ακολουθούν παντού.
«Μου λείπεις, ξέρεις. Το πρόβλημα είναι πως η απουσία σου αλλάζει συνέχεια σχήμα και δεν μπορώ να βρω την κατάλληλη παρουσία για να γεμίσει το κενό. Όλα τα Eσύ της ζωής μου μπλέκονται μεταξύ τους και δεν έχω ιδέα πια τι αναζητάω.
«Θέλω να σπάσω σε μικροσκοπικά κομματάκια τις στιγμές μας και να τα αφήνω ένα ένα να λιώνουν στο στόμα μου, γλυκόπικρα σαν μαύρη σοκολάτα. Έτσι ίσως να κρατήσουν περισσότερο τα υπολείμματα των αναμνήσεων και να μην χρειαστεί να βγω στους δρόμους για ανεφοδιασμό.»
Το γράμμα μάζευε για καιρό σκόνη στο τραπέζι, ώσπου μια κρύα νύχτα κάποιος το πέταξε στο τζάκι μαζί με τις εφημερίδες. Άλλωστε, κανένας δεν στέλνει επιστολές στην εποχή μας- μόνο οι δημόσιες υπηρεσίες και οι φυλακισμένοι.
Tuesday, 3 December 2013
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment