Wednesday 27 November 2013

Ροζ

Όλα ξεκίνησαν με ένα τριαντάφυλλο στο χρώμα της ειρωνείας.

Εκ των υστέρων, σκέφτομαι πως θα ήταν καλύτερο να το είχα αποξηράνει, διατηρώντας έτσι την αποστεγνωμένη ανάμνηση του στον αιώνα τον άπαντα, αντί να αλλάζω τρυφερά το νερό μέρα παρά μέρα, απλώς παρατείνοντας το μαρτύριο.

Στο τέλος, αναπόφευκτα, αναγκάστηκα να μαζέψω ένα ένα τα πεσμένα ροδοπέταλα, που έκανα πως δεν έβλεπα, και να τα πετάξω με συνοπτικές διαδικασίες στα σκουπίδια.

Έτσι κι αλλιώς, ο θάνατος του ήταν προδιαγεγραμμένος πριν καν φτάσει στο κατώφλι μου, συνοδευόμενο από το αρμόζον πλάγιο χαμόγελο. Ως σύμβολα του έρωτα, τα λουλούδια είναι πράγματι ιδανικά.

Τώρα, στη θέση του βάζου περιφέρεται μια φράση του Ντουρρούτι. Νομίζω πως προτιμώ τη νέα διαρρύθμιση, προτιμώ να ανήκω στη γενιά των απομνημονευμένων αποφθεγμάτων και της συναισθηματικής ανεπάρκειας, παρά σε αυτή των προμελετημένων θεατρικών χειρονομιών.

Συνέχεια περιμένω να μου πεις, κουράστηκα με τα ρομαντικά στιχάκια σου και τις ωδές στην αυτολύπηση. Κάτω απ' την άσφαλτο το χώμα ήδη φλέγεται, ας λατρέψουμε πάλι απ' την αρχή τους καυτούς δρόμους, ουρλιάζοντας με οργισμένη έκσταση.

Ακόμα σωπαίνεις- άραγε γιατί θεωρούμε δεδομένο πως η σιωπή γίνεται αισθητή με την ακοή; μοιραίο λάθος, τη σιωπή την αντιλαμβάνεσαι με όλες τις αισθήσεις-, μα εγώ θα περιμένω.

Κι όταν έρθεις ξανά στην πόρτα μου, δεν θέλω ανθοδέσμες, όχι άλλα δολοφονημένα τριαντάφυλλα, να φέρεις μόνο τα κουτιά με τις μπογιές σου. Θέλω να χρωματίσουμε μαζί τον κόσμο έξω από το παράθυρο μου.

Thursday 21 November 2013

Τον τελευταίο καιρό συνέχεια χάνω τον εαυτό μου. Τον συναντάω τυχαία στον ηλεκτρικό, να χαζεύει έξω από το παράθυρο. Σε πολιτικές συζητήσεις, να αγορεύει με πάθος, αλλά χωρίς ιδιαίτερη πεποίθηση.

Τον παρατηρώ, όταν νομίζει πως δεν τον βλέπουν, να νιαουρίζει στις γάτες, να χαμογελάει στα σκυλιά ή να απομακρύνει από το πεζοδρόμιο τα σαλιγκάρια πριν τα πατήσει κάποιος αδιάφορος περαστικός.

Οι πράξεις του μου είναι συχνά ακατάληπτες, οι σκέψεις του μου διαφεύγουν, όμως καμιά φορά μοιραζόμαστε το ίδιο όνειρο, όπως προχθές, σε ένα ειδυλλιακό νησί των τροπικών σαν αυτά, που στόλιζαν παλιά τις βιτρίνες των τουριστικών πρακτορείων.

Περπατούσαμε στην άμμο μαγεμένοι από την ομορφιά του τοπίου, ώσπου ξαφνικά συνειδητοποιήσαμε πως τα καταγάλανα νερά είχαν αρχίσει να στερεοποιοιούνται- δεν ήταν παγωμένα, μόνο ακίνητα, και η ακινησία επεκτεινόταν απειλητικά γύρω μας.

Τρομαγμένοι, απομακρυνθήκαμε από την ακτή. Ανάμεσα στα δέντρα ανακαλύψαμε τα αγάλματα- μια οικογένεια ιθαγενών με γυάλινα μάτια, πετρωμένη σε μια συνηθισμένη στιγμή καθημερινότητας.

Θύμιζαν τις μουμοιοποιημένες μορφές της Πομπηίας, μόνο που τα χαρακτηριστικά τους είχαν διατηρηθεί άθικτα και ίχνη λάβας δεν διακρίνονταν πουθενά.

Τότε αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε τι είχε συμβεί: Σε αυτόν τον μικρό παράδεισο, ο χρόνος είχε σταματήσει, οι κάτοικοι του είχαν περάσει στη σφαίρα της αιωνιότητας, μόνο που η περιβόητη αθανασία έμοιαζε πολύ με το θάνατο. Για την ακρίβεια, ήταν θάνατος- ένας σιωπηλός, αμετάκλητος θάνατος, σαν όλους τους θανάτους.

Το πρωί πήραμε πάλι ο καθένας το δρόμο του, κουβαλώντας μέσα μας, βαριά, τη γνώση: Στην χώρα της αθανασίας, όλοι οι άνθρωποι έχουν πεθάνει προ πολλού.

Sunday 17 November 2013

Διαίσθηση (ή Yστερόγραφο μιας περαστικής οδοντόβουρτσας)

Ξαπλωμένη δεξιά απ' το νιπτήρα
σε ασφαλή απόσταση απ' το φιλόξενο πλαστικό ποτηράκι
από διακριτικότητα ή δισταγμό
ή- μάλλον- για να θυμίζει πως η παρουσία της ήταν προσωρινή.
Το πρόσωπο κρυμμένο πίσω απ' το αδιαφανές καπάκι της
από αιδημοσύνη ή ανασφάλεια
ή- μάλλον- σαν κάποιος που στέκει δίπλα στην εξώπορτα
πάντα φορώντας το καπέλο του
έτοιμος ανά πάσα στιγμή να αποχωρήσει.
Όπως και έγινε, ένα καθ' όλα συνηθισμένο πρωινό,
χωρίς αναγγελίες ή εξηγήσεις,
τόσο αθόρυβα, που η απουσία της έγινε αντιληπτή ώρες αργότερα.
Παράξενο. Γιατί καταλάμβανε αρκετό χώρο
έτσι γερμένη στο πλάι, διαγώνια στον κάτασπρο πάγκο
δεξιά απ' το νιπτήρα- απ' την πλευρά της πόρτας-,
με ανεξιχνίαστες προθέσεις και το σκληρό της προσωπείο.

Ναι, τελικά πρέπει να καταλάμβανε πολύ χώρο,
γιατί στο κενό που άφησε πίσω της
βυθίζονται ακόμα οι σκέψεις μου
πρωί μεσημέρι βράδυ.

Thursday 14 November 2013

Δρομολόγιο Νο. 4118

Προσχέδιο δοκιμίου για την ημιτελή εξοικείωση.

Στην αποβάθρα το ρολόι σταματημένο στις 8 και 10.
Κλέβω ενθάρρυνση απ’ το τηλεφώνημα μιας άγνωστης.
Δε βρίσκω στιλό και η έμπνευση χάνεται.

Μετά πάλι θα αναρωτιέσαι τι εννοώ κι εγώ θα 'χω ξεχάσει.

Sunday 10 November 2013

Διάσπαση

Ως άξιος εκπρόσωπος της γενιάς μου έχω από καιρό πάψει να ονειρεύομαι. Εξακολουθώ όμως να θρυμματίζομαι σαν τις βιοδιασπώμενες πλαστικές σακούλες, σαν τα ποτήρια που χρησιμοποιούν στα μπαρ- ακόμα κι όταν σπάνε είναι επικίνδυνα μόνο για τον εαυτό τους-, λόγω υπερβολικής έκθεσης στην υπεριώδη ακτινοβολία της ελπίδας.

Στις μέρες μας, είναι δύσκολο να βρεις αυθεντικά σύμβολα, έχει πλημμυρίσει η μαύρη αγορά με απομιμήσεις. Έχω κουραστεί κι εγώ να ερμηνεύω- σημαίνει σου λέω, κι εννοώ συμβαίνει. Τόσα χρόνια χορτάσαμε σημάδια, τώρα θα πουλούσαμε και την ψυχή μας για ένα απτό αδιαμφισβήτητο συμβάν.

Νυχτώνει νωρίς πια. Παρηγοριέμαι υφαίνοντας χίμαιρες ή λουφάζω κάτω απ΄το πάπλωμα της μνήμης. Δεν πλαστήκαμε εμείς για βεβαιότητες, ξέρεις...

Wednesday 6 November 2013

Tη νύχτα σε ξυπνούν οι αστραπές. Φθινόπωρο. Το πρωί βγαίνεις έξω και περπατάς στη βροχή τραγουδώντας δυνατά. Όταν ο νοτιάς απειλεί να διαλύσει την ομπρέλα σου, την κλείνεις και τσαλαβουτάς στις λακούβες χαμογελώντας απτόητος.

Ύστερα, νιώθεις ξαφνικά το έδαφος κάτω απ’ τα πόδια σου να υποχωρεί. Αρκεί μια μικρή ανατροπή, μια απρόσμενη απογοήτευση, ένα μήνυμα από το κοντινό υπερπέραν για να σε βυθίσει στο γνώριμο σκοτάδι της αυτολύπησης.

Αδύναμο ανθρωπάκι, πάλι θεμελίωσες την ευτυχία σου πάνω στις κρυπτογραφημένες προθέσεις των αναποφάσιστων περαστικών, ψιθυρίζεις στον εαυτό σου καθώς αποπειράσαι να αρπαχτείς από έναν αντιπερισπασμό, ένα άλλοθι, μια κάποια προσομοίωση λήθης.

Στο τέλος, αρχίζεις ξανά να θυμάσαι. Εσύ δεν ήσουν που διακήρυσσες τη σημασία της έκθεσης στα συναισθήματα, που ορκιζόσουν πως αδιαφορούσες για τις στρατηγικές διατήρησης του ελέγχου;

Εσύ δεν ήθελες να στέκεσαι απροστάτευτος κάτω από τον ήλιο και το χαλάζι, να σε αγγίζουν οι πιο αδιόρατες πτώσεις βαρομετρικού, αντί να υψώνεσαι σαν απρόσιτο παγόβουνο μέσα σε μια ερημική θάλασσα ψυχραιμίας;

Εσύ δε λαχταρούσες να βιώνεις τη θλίψη, την απόγνωση, το θυμό, τον ενθουσιασμό, την ευφορία, τον πόνο, την τρέλα σαν τη μία και μοναδική αλήθεια;

Τώρα γιατί δειλιάζεις μπροστά στο Άγνωστο- το ανεξέλεγκτο, αδηφάγο, υπέροχο Άγνωστο, που νοσταλγούσες;

Monday 4 November 2013

Θα έπρεπε να υπάρχει ένα όνομα για την υπαρξιακή αγωνία των δευτεριάτικων πρωινών. Είναι ένα συναίσθημα στο χρώμα του χάους- μαύρο του σκότους με αραχνοειδείς μωβ ανταύγειες. Έχει γεύση μετάλλου, που υποχωρεί μόνο μετά το τρίτο φλυτζάνι καφέ, και την υφή της μοναξιάς.

Αναζητώ καταφύγιο σε διάφανες φυσαλίδες ρουτίνας, σε μικρές ιεροτελεστίες, στη μουσική, τα βιβλία και τις αναμνήσεις της προηγούμενης νύχτας. Κάπως έτσι επιβιώνω ως το βράδυ. Τότε μπορώ να αρχίσω πάλι να ζω τροφοδοτούμενη από την προσδοκία της παρασκευής.

Είναι μια υποφερτή πραγματικότητα, μόνο που ώρες ώρες νιώθω πως οι μέρες γλιστρούν μέσα απ' τα δάχτυλα μου. Το παρόν μονίμως μου διαφεύγει, προχωρώ είτε με το κεφάλι στραμμένο προς τα πίσω, είτε μισοκλείνοντας τα μάτια μήπως και καταφέρω να διακρίνω τι παραμονεύει μετά την επόμενη στροφή.

Θα ήθελα να σου μιλούσα για όλα αυτά, ξέρεις, όμως δεν έχεις ακόμα αποκτήσει υπόσταση στη φαντασία μου. Καταδιώκομαι από τα αναπάντητα ερωτήματα, που μου επιστρέφει κάθε πρωί ο ταχυδρόμος- άγνωστος πραλήπτης, διαβάζω στο φάκελο, και σκέφτομαι πως ίσως είναι καλύτερα έτσι.

Γιατί να λαχταράμε τη λεκτική επιβεβαίωση, όταν οι πράξεις στέλνουν πιο ηχηρά μυνήματα; Πηγα λοιπόν να αγοράσω ένα λεξικό πράξεων. Ποιάς σχολής θέλετε, με ρώτησαν, γιατί οι ειδικοί δεν έχουν μέχρι στιγμής καταλήξει σε ένα ενιαίο σύστημα αποκωδικοποίησης.

Εναλλακτικά, μου πρότειναν να προμηθευτώ ένα υπερσύγχρονο ερμηνευτικό μικροσκόπιο. Εχω, τους είπα, αλλά υποψιάζομαι πως η επιθυμία θολώνει το κρύσταλλο: με το αριστερό μάτι βλέπω πάντα αυτό που θέλω να δω, με το δεξί αυτό που φοβάμαι...