Sunday 29 June 2014

Η ελευθερία δεν έχει εξόδους κινδύνου

Όλοι όσοι αγαπήσαμε και χάσαμε στη διαδρομή- τι σημασία έχει, στο τέλος, ποιός πλήγωσε ποιόν ή πιο πολύ-, μεταμορφώθηκαν στα μικρά τρυφερά φαντάσματα, που κουβαλάμε παντού μαζί μας για να μας θυμίζουν πως ζήσαμε, πως νιώσαμε, πως σταθήκαμε γυμνοί κάτω από τη βροχή και τον ήλιο, πως αφεθήκαμε με την ίδια εγκατάλειψη στην αγαλλίαση και την οδύνη.

Κι όταν δεν θα μας στοιχειώνουν πια οι ενοχές και οι αμφιβολλίες, όταν δεν θα ξυπνάμε μέσα στη νύχτα κλαίγοντας από νοσταλγία, όταν θα πάψουμε να αναζητάμε καταφύγιο στο πάθος ακροβατώντας ανάμεσα στον τρόμο και την έκσταση, τότε μόνο να θρηνήσεις για μας.

Γιατί η ανάμνηση του πόνου- του δικού μας ή των Άλλων-, είναι αυτό που μας κάνει ανθρώπινους, ο φόβος της απώλειας αυτό που μας διαχωρίζει από τους νεκρούς κι ο έρωτας η ευφήμερη, πεισματική απόδραση μας από την αιωνιότητα του αναπόφευκτου.

Tuesday 17 June 2014

Παρερμηνείες

(1)
Το σταχτί σύννεφο, που πλανάται πάνω από τα Δευτεριάτικα πρωινά, λένε πως σχετίζεται με τις ηφαιστιακές εκρήξεις του Σαββατοκύριακου. Την αλήθεια τη γνωρίζουν μόνο όσοι έχουν γεννηθεί Κυριακή βράδυ.

Η Δευτέρα ήταν το ανυπόφορο φως, που αντίκρυσαν όταν άνοιξαν τα ζαρωμένα βλέφαρα τους στο πρώτο πρωινό ξύπνημα. Ηταν η νοσταλγία για το υγρό, ζεστό ημίφως, από όπου τους απέσπασαν βίαια και αμετάκλητα.

Η Δευτέρα κρατούσε λεπτομερείς σημειώσεις: ημερομηνίες, μετρήσεις, εμβόλια. Μύριζε απολυμαντικό, ηχούσε σαν το κλάμμα δεκάδων αγουροξυπνημένων νεογέννητων, είχε τα παχουλά χέρια και τα λαίμαργα μάτια των συγγενών, που βιάζονταν να επισημάνουν τις προφανείς ομοιότητες.

(2)
Είχε γεννηθεί ξημερώματα Δευτέρας. Η μέρα τον βρήκε άυπνο και εξαντλημένο. Για τους γονείς του, ήταν ένα δώρο, το επιστέγασμα μακρών και επίπονων προσπαθειών. Πριν τον γνωρίσουν, τον είχαν ήδη λατρέψει.

Χρόνια αργότερα, ο ίδιος θα έπλαθε με τη φαντασία του μία διαφορετική αφετηρία για τον εαυτό του. Άλλοι στη θέση του θα άνθιζαν μέσα σε τόση τρυφερότητα. Εκείνος λύγιζε κάτω από το βάρος της.

Ήθελε να είναι το ενθύμιο μιας νύχτας πάθους, καρπός ενός μεγάλου απαγορευμένου έρωτα, το μοιραίο λάθος που άλλαξε οριστικά την πορεία των γεγονότων.

Ηθελε, πριν τον αγαπήσουν, να τον είχαν μισήσει. Τότε θα μπορούσε να κερδίσει την εύνοια τους, να φανεί άξιος της φροντίδας τους, να κατακτήσει λίγο λίγο τις καρδιές τους. Αλλά με αυτή την τυφλή, σπάταλη, εξισωτική αγάπη δεν κατάφερε να συμφιλιωθεί ποτέ.

(3)
Μας πήρε πολύ καιρό να καταλάβουμε πως η λαχτάρα μας για θάνατο ήταν, στην πραγματικότητα, το μεταμφιεσμένο πάθος για ζωή.

Thursday 12 June 2014

Η απενοχοποίηση της αισιοδοξίας (δεν είναι εύκολη υπόθεση)

Στην χωματερή των στερεοποιημένων ενοχών, των ανεκπλήρωτων ευχών και των προδομένων παιδικών ονείρων ανακαλύπτεις τυχαία κάτι τόσο αμόλυντο, που σε τυφλώνει με το φως του.

Kάνεις ένα τρομαγμένο βήμα πίσω, το περιεργάζεσαι από ασφαλή απόσταση. Μοίαζει με μικρογραφία αστεριού. Ένας μετεωρίτης στο μέγεθος της παλάμης σου, ο οποίος κατάφερε να διασχίσει όλα τα στρώματα της ατμόσφαιρας χωρίς να χάσει τη λάμψη του.

Ύστερα πλησιάζεις, απλώνεις διστακτικά το χέρι σου, τολμάς να το αγγίξεις με τα ακροδάκτυλα σου. Σε καίει. Ο πόνος είναι γλυκός, εθιστικός, σε υπερβαίνει και σε αφήνει διψασμένο.

Συνειδητοποιείς ξαφνικά πως ότι νόμιζες οριστικά χαμένο είχε απλώς θαφτεί κάτω από τους σωρούς φόβων και απογοητεύσεων, που ξεφόρτωναν τόσα χρόνια τα φορτηγά.

Ρωτάς από πού πηγάζει αυτή η πρωτόγνωρη ακλόνητη βεβαιότητα και πώς βρίσκει τη δύναμη να αψηφά τις επίμονες απόπειρες της αμφισβήτησης να τη δαμάσει.

Κάπου κάπου σε πανικοβάλλουν οι πιο αδιόρατες αναταράξεις. Αντιμετωπίζεις τα αμελητέα παραπτώματα σου ως μοιραία σφάλματα, σπεύδεις να καταδικάσεις τον εαυτό σου και αναμένεις τη δίκαιη τιμωρία.

Αλλά η μόνη ποινή που σου επιβάλλεται είναι να ξαναμάθεις την ξεχασμένη διάλεκτο των θετικών συναισθημάτων.

Ακόμα φοβάσαι. Ακόμα θυμάσαι. Σκέφτεσαι πως μπορεί να είναι όλα ένα δημιούργημα της κουρασμένης φαντασίας σου. Αναρωτιέσαι αν θα ξυπνήσεις. Και πώς. Και πότε.

Στο βάθος, όμως, αδιαφορείς για τις απαντήσεις. Αφήνεσαι, ωθούμενος από κάποια ωμή, ακατέργαστη παρόρμηση, να κατρακυλήσεις στους καυτούς αμμόλοφους. Ο κυνισμός σου εξατμίζεται σαν νερό κάτω από τον ήλιο της ερήμου.

Κι όταν η ζέστη σε εξαντλεί, αναζητάς τη γαλήνη στις μυστικές δροσερές οάσεις. Κι ούτε που έχει πια σημασία αν είναι πραγματικές ή αντικατοπτρισμοί: σε αυτόν τον πλανήτη, τα πάντα είναι αληθινά, αρκεί να τα πιστεύουμε.

Wednesday 4 June 2014

Φωτεινό πράσινο σαν τις νεαρές πευκοβελόνες

Οι σοβαροί μπορεί να μην καταλάβουν ποτέ, όμως για μας η ευτυχία θα έχει πάντα κλαράκια μπλεγμένα στα μαλλιά της, βλεφαρίδες άσπρες από το αλάτι, γδαρμένα γόνατα και άρωμα αντηλιακού.

Θα βυθίζει λαίμαργα το πρόσωπο της σε φέτες καρπουζιού, θα σκαρφαλώνει στα πεύκα για να ψιθυρίσει στα τζιτζίκια, και τις νύχτες θα αποκοιμιέται στα βότσαλα προσπαθώντας να μετρήσει τα αστέρια.

Θα λαχανιάζει σε φιδογυριστούς χωματόδρομους κάτω από τον καυτό ήλιο, θα μεταμφιέζεται φορώντας τις αποχρώσεις ενός αφόρητα νοσταλγικού δειλινού, θα κυλιέται σαν σκύλος στη βρεγμένη άμμο και θα εμφανίζεται ξαφνικά από το πουθενά για να στεγνώσει τα ανεξήγητα μεταμεσονύχτια δάκρυα μας.

Θα τραγουδάει παράφωνα, θα ερωτεύεται σχεδόν από πείσμα, θα επιμένει πως ο χρόνος έχει τρεις μήνες- Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο- και πως η ωριμότητα είναι ωφέλιμη μόνο για τα φρούτα, θα μιλάει αποκλειστικά με τετριμμένα καλοκαιρινά κλισέ και θα σχεδιάζει ευφήμερες αιώνιες αποδράσεις από τον πλανήτη Πραγματικότητα.